|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ασκοπήρα? — — διακατέχω — επαύριον — γλιστερός — φανερά — έσο — αμπάρα — ευφυολογώ — ανθοκόμος — μικρά — ο — οιωνός — κοιμήσικος — ολάρφανος — αλέπτυντος — γίδινος — δράσσω — προπλάστης — ανταμώνω — αναδιοργανωμένος — διαπεπιστευμένος — αξιοπιστία |
|||