|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λαρυγγεκτομή? — — φιντανάκι — πηκτή — φιννικός — αποδεικτέος — μαξιμαλιστής — δωσιδικία — σβανάρω — υποφαρμακοποιός — γαλλόπουλο — αφομοιώσιμο — καδρόνι — ριμαδόρος — απαράσκευον — παλαιογράφος — νόθον — κωλοδάχτυλο — άνυδρος — μπαρούτη — εμπυριοδόκη — φτενός — αποστάτης |
|||