|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βάρβαρα? — — παραλυτικός — Ζωή — συσκοτισμός — πισσώνω — ατμοποίηση — εικόνισμα — επιπρόσθετος — σκοπεύω — παλλαϊκά — σαγηνεύω — ελαφίσιος — χιλιόστρεμμα — μεγάλυνσις — πρόσκειμαι — καμπυλόγραμμο — ψίκι — μελαγχολικά — πάνσοφος — μπιντέ — ανορθώνω — ελιγμός |
|||