Новогреческий словарь
νώμος
νώμ|ος
ο
плечо
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
плечо
? —
νώμος
как с
(ново)греческого
переводится слово
νώμος
? — плечо
#
(ново)греческий словарь
—
ιστιόρραμμα
—
υπόδειγμα
—
λαχανιαστός
—
στέγνωμα
—
αξιομνημόνευτος
—
τσαγκαράδικο
—
αλλοιθώρισμα
—
ασυναρτήτως
—
πρόταση
—
απορροή
—
καπνοσακκούλα
—
διαδήλωση
—
φλόκκι
—
κατεπείγω
—
ρούμπος
—
διάττων
—
αεροβάμονας
—
αβαρέλιαστος
—
αξυρισία
—
τίναγμα
—
αμνηστεύσιμος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве