|
η мед. перигепатит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово перигепатит? — περιηπατίτιδα как с (ново)греческого переводится слово περιηπατίτιδα? — перигепатит — απυρηνικός — αντενάγω — λογομαχία — θα — μακροχέρης — ανιαρότητα — πρακτική — μπόμπιρας — προγναθισμός — σαμουρόγουνα — μουσαφίρισσα — αυγολογώ — βύθιση — μισελληνισμός — κιτρινάδι — μπηχτή — συνενώνομαι — αρτηριοπάθεια — ξεζώνω — σημάδεμα — μονόλογος |
|||