|
освободительный, избавительный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово освободительный? — απολυτρωτικός как на (ново)греческом будет слово избавительный? — απολυτρωτικός как с (ново)греческого переводится слово απολυτρωτικός? — освободительный, избавительный — προσφυγόπουλα — στιχοποιώ — λινόχρους — χουφτώνω — οξυγονούχος — οκτάβα — πιερόττος — κολοσσιαίος — βιβλιοκαπηλεία — πρεφαδόρος — λησμονήτρα — γίκος — εναντιούμαι — βροντοβόλημα — ατελιέ — συνομιλητής — βραζιλιανός — σχολαστικισμός — καπνοσύριγξ — γνωμιάρης — θωράκισμα |
|||