|
η колонна #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово колонна? — κολόνα как с (ново)греческого переводится слово κολόνα? — колонна — ομβρέλλα — αυτοδρόμιον — φορτσέρι — οσπριοφαγία — αζωγράφητος — σχόλιο — μαρτυριάρικο — Μετέωρα — δραστηριοποιώ — νεκρεγερσία — εμπρόθεσμος — καταπονάω — κωμωδώ — γερο- — αμμωνιτοειδή — λάκημα — νήσος — μερμήγκιασμα — ανόρεχτα — απολησμονημένος — Σταμάτιος |
|||