|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ξυλοδεσιά? — — μήνιγγος — φρουτάκι — φαμελιακός — βερμπαλιστής — ελληνικότητα — οδοντάγρα — επιστημολογικός — πούντα — ανάδοχος — επιστόμωση — εκθετικός — δεινοποίηση — στοιχειοχυτικός — συγκυριακά — διαστάλαξις — σαρακοστιανός — μισοπαρανομία — ωτοσκόπηση — ημερονύκτιος — ρεκόρ — αίστημα |
|||