|
αόρ. от εκθέτω #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εξέθηκα? — — λύομαι — αρτίως — πρωτύρικος — επιμολύβδωση — αλφαδιαστός — πηλοφόρος — λεμονύς — παραλής — φουμίζω — ειδέχθεια — παγκάρι — γνάφαλλον — σκυλίσιος — δυναστεία — ισοδύναμος — χαρτομάντις — συνεργατικός — φέρμελη — κριόμορφος — αρμολογία — πουλάρα |
|||