ρευματισμός

формы словаβ
ρευματισμός
ο (чаще мн.ч.) мед. ревматизм



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово ревматизм? — ρευματισμός
как с (ново)греческого переводится слово ρευματισμός? — ревматизм


Σεβαστούποληωτικόςδοκιμάζομαιχουζούρεμαδιαπιστευμένοςλεμονάκισυνηθισμένοςεμπεριστατωμένοςανταγωνιστήςησυχαστήριονροκάνισμαξέφτιεπανάκτησιςταπεινοσύνηδυσλεξίανηματοβαρίδιοάσκαβοςτραχειοβρογχοσκόπησηδούροςνεοζωϊσμόςστολίστρα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit