|
ο котельщик #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово котельщик? — λεβητοποιός как с (ново)греческого переводится слово λεβητοποιός? — котельщик — πλημμελής — κολασμένος — περιτείχιση — επιφυλλίδα — άτλας — βαθμιαίος — πανερημιά — αποκομίζω — αφτιάς — γονέας — τσιμέντο — αεραέριο — μεταξύλημα — αττικός — εγχύλισμα — μονότερμα — πεντήκοντα — σπάρσιμο — διανομέας — σκάντζα — σχεδιογράφος |
|||