παιδεραστικός

формы словаβ
παιδεραστικός



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово παιδεραστικός? —


σύλησιςαπεργιακόςγομαράγκαθοκάππαζωόσπερμααμφιόνισυλλέκτηςραδιοδιευθυνόμενοςαλόηκουφοθάλασσαδιάσπασηξεμπροστιάζωαμφίεσηπεντάκλωνοςανταγαπώτριχωτόεξατμιστήρανταποκρίτριααρπαχτόςπολυτονικόςχρωστικός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit