Новогреческий словарь
εξέστην
εξέστην
αόρ. от εξίσταμαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εξέστην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κοραλένιος
—
ετεροίωση
—
αλιθόστρωτος
—
ανεξασθένητος
—
εγχυτήρας
—
εμφανίζω
—
φασολάκια
—
ταυτολογώ
—
μαστραπάς
—
ποικιλόχροια
—
ανύπανδρος
—
ηλιογέννητος
—
οκτάχρονος
—
χουγιάζω
—
αναπληρωτικός
—
διίσμός
—
αψαριά
—
κραδαστικός
—
αιθάνιον
—
χειροκίνητος
—
καπατσοσύνη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве