|
η старая дева #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово старая дева? — γεροντολεύτερη как с (ново)греческого переводится слово γεροντολεύτερη? — старая дева — ακαταμάχητο — γουάς — αρκειο — μινθέλαιον — χωρεπίσκοπος — σολοικίζω — φαιοχίτωνες — ημεδαπός — ημιαγωγοί — τροχιόδρομος — γονατισιά — ασφυρήλατος — διακλύζω — εξαθλιωμένος — προεμβάζω — βασιλόφρονας — χρωματογραφώ — ενδεκάμηνον — αδίκως — μαγκαλάκι — σουλατσάρισμα |
|||