|
η мед. пиорея, гноетечение #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пиорея? — πυόρροια как на (ново)греческом будет слово гноетечение? — πυόρροια как с (ново)греческого переводится слово πυόρροια? — пиорея, гноетечение — υδροπτέρυγο — καραμπινιέρος — δημοκράτισσα — αποσυνηθίζω — γυρίστρα — απομαλλίδι — κνησμώδης — ερρέτω — ανερώτημα — επιπίπτω — αραχίδα — κανονιέρα — νοικοκυρεμένος — λάχνη — εκζεματώδης — πορτίτσα — τερπνότητα — μεσοφούστανο — καταστρατήγηση — πίλος — αλληλοφθονούμαι |
|||