|
несвоевременный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово несвоевременный? — παράκαιρος как с (ново)греческого переводится слово παράκαιρος? — несвоевременный — δισκοειδής — δοσίμετρο — χαρακτηριστικό — ψαρωτικά — ανακλαδιστός — Ουγγαρέζος — αχυρόλασπη — περατός — αντεύχομαι — καθυστερημένα — ανασυνδέω — αρμόδιος — ηθμοειδής — λαδώνομαι — κτηματόγραφο — ήδυσμα — ανθρωπάκης — καθισιά — προσβλητικότητα — μερόνυχτο — καθηλώνω |
|||