|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σημαιάκι? — — άμπωτις — κορδόνι — ἥττων — υπερισχύω — μυγιάγγιχτος — κάμερα — δυσαναπλήρωτος — ιδιόγραφος — κλίβανος — εκπαιδευμένος — σταυροκοπιούμαι — ομόθυμος — εμώ — μορφοποιούμαι — κοκαΐνη — συφοριασμένος — συσκευάζω — σούμμα — ρητινόλασπη — χρυσούχος — αποθηκοφύλαξ |
|||