|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μπουρινιάζω? — — λεύκινος — απραγματοποίητον — αξιολογία — αδρά — σουρομαδιούμαι — βορβορότοπος — αναγυρίζω — διδακτικός — μονοφασικός — αβούητος — αστειότητα — παραβαρώ — ελέφαντας — συντονισμός — ισοκράτημα — εξόρυξη — ασυνερισιά — έκτη — συγκεντρώνομαι — αρπάζω — ακουμπώ |
|||