|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ποντιακός? — — λαμπτήρας — άλμα — συζητάω — ξαναζώ — πληγούρι — ρεκάζω — αγαθεύω — σακχαρουρία — φύτευμα — σπονδή — λεφτοκαριά — τράπουλα — γλυκαναλατιά — σκεπτικισμός — καρμπονάρος — διασκόπηση — αισθηματίας — ακροβατισμός — αξιολόγηση — αποτείχιση — δημηγορικός |
|||