επιφωτίζω

формы словаβ
επιφωτίζω
освещать;
          ~σθη ο νούς μου — [phrase]рассудок мой прояснился[/phrase]



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово освещать? — επιφωτίζω
как с (ново)греческого переводится слово επιφωτίζω? — освещать


υφέρπωσημερνόςδυναμικότηταραψωδόςπαραχώνωκοινοπραγίαπολυδάκτυλοςαντιπρυτανείασίτινοςυδροπότηςπροσωπικόςρευμοταλγίαάντραςμοσχεύωξαριστήςστειμμένοςκαθέλκυσηαππαρταμέντογαμπριλίκιαπόκαρσιςτσουκάλι




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit