Новогреческий словарь
νυστέρι
νυστέρι
το хир.
ланцет
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ланцет
? —
νυστέρι
как с
(ново)греческого
переводится слово
νυστέρι
? — ланцет
#
(ново)греческий словарь
—
μακρόφυλλος
—
αυγίλα
—
αποδειχτικός
—
ακόρεστος
—
παραμιλώ
—
δολιχοκρανία
—
απογευματινά
—
βαρυγγωμώ
—
καριολόπουστας
—
θεός
—
δραματουργώ
—
εργαστηριακός
—
καρδιογραφικός
—
αφωταγώγητος
—
αργύριον
—
ζυμωτήρι
—
αξεσκέπαστος
—
καλαμώνας
—
αφλεγής
—
προπερυσινός
—
κρεατικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве