|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κουζινέτο? — — ομόγραφος — μετωρίζομαι — εκτροχίαση — κεραμοηοιείο — ταξιδιώτισσα — εικοσάλεπτο — διπλάσιος — κοινοποίηση — αλαλητό — στρογγύλευμα — σκέπαρνον — αντικατοπτρίζομαι — νταηλίκι — αυθεντικός — ριμαδόρος — ομοιόμορφον — μαρινάτο — πτώσσω — νεφρίτης — ευθύγραμμος — λωποδυσία |
|||