Новогреческий словарь
ντοκουμεντάρω
ντοκουμεντάρω
документировать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
документировать
? —
ντοκουμεντάρω
как с
(ново)греческого
переводится слово
ντοκουμεντάρω
? — документировать
#
(ново)греческий словарь
—
κλαψοπαναγιά
—
εξηγητικός
—
γρανιτικός
—
αφηνίαση
—
μότο
—
ένδικος
—
ξενοικιάζομαι
—
δικονομία
—
λυντσάρισμα
—
σκαριφώ
—
μακρόφυλλος
—
ατσαλόκορμος
—
αυλακωτήρας
—
αποδένδρωση
—
αρχειοθέτηση
—
αναψυχώνω
—
λησμονιάρης
—
κουτσοπερνώ
—
καλοεξετάζω
—
συνδρομητής
—
ατεμάχιστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве