|
η мексиканка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мексиканка? — Μεξικάνα как с (ново)греческого переводится слово Μεξικάνα? — мексиканка — νοσταλγώ — κεντίστρα — αμφιδέξια — λειτουργία — μεταστροτοπεδεύω — εγκλωβισμός — καυσιμότητα — μισανοίγω — προχειρίζω — ξεροκαταπίνω — προσδιορίζω — χρεόλυτρο — αυλωδικός — αμοιβαδοκτόνο — τρισεύγενη — πιτήδειος — υπαισθησία — αντικοινοβουλευτικά — αυτοέλεγχος — αυτοκριτικάρομαι — εναρμονίζομαι |
|||