|
το рулон #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рулон? — ρολό как с (ново)греческого переводится слово ρολό? — рулон — πάσσαρα — παλιότερος — εκκάθαρση — μεστωμένος — διασπαθιστής — ελαιοδεκάτη — τιμωρός — έξαψη — λίχνος — ψυχτικός — υλοτομικός — πανδούρα — μουτσουνάρα — οφθαλμικός — ασκί — λενινιστικός — εβδομηκονταετηρίδα — κακοανατεθραμμένος — μεσιτικός — υδρωπισμός — απόστακτος |
|||