δέ

формы словаβ
δέ
II см. δέν



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово δέ? —


μερακλήδικοςεπιδρώλαιλαπώδηςμοναχισμόςαθεάτριστοςλευκο-βαθμιαίοςχαλκευτήριονσυμμιγάςαγωνιστικήβδελύσσομαιξεροκέφαλοςφιλαναγνώστριαξεχειμωνιάζωψυχωτικόςωκεανολογίαανακλίνωψωροβότανοαφροντισιάμπέϊκοςαλσώδης




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit