|
ядовитый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ядовитый? — τοξικοφόρος как с (ново)греческого переводится слово τοξικοφόρος? — ядовитый — βαπόρια — καλάϊ — προσβατότητα — λιανοπουλώ — πηδαλιουχώ — μέντα — προωθώ — προπαιδεύω — σχολνώ — Κορεάτισσα — αριστεροχέρης — κόλπωμα — φωταγώγηση — σάματι — καρβοξύλιο — φυντανάκι — μεταστροτοπεδεύω — δενδροειδής — πάνθεο — αναμέλπω — αντίφραση |
|||