Новогреческий словарь
ψαλιδάρης
ψαλιδάρης
ο
коршун
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
коршун
? —
ψαλιδάρης
как с
(ново)греческого
переводится слово
ψαλιδάρης
? — коршун
#
(ново)греческий словарь
—
φρεσκογυαλισμένος
—
πιτσιλιστός
—
ψαροφαγία
—
βεστιάριο
—
γυμνασιαρχεύω
—
τσάμικο
—
ασπαίρω
—
παράβαση
—
ξαπλωταριά
—
αφιλοδώρητος
—
ακαθύβριστος
—
νερόφιδο
—
στυγνός
—
μηδένιση
—
παραμητρικός
—
ανεμοχάφτης
—
αιωνίως
—
μπαμπούλας
—
διαπιστεύω
—
χαμομήλι
—
πολυπρόσωπος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω