|
το подпорка, опора #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово подпорка? — αντιρρίμι как на (ново)греческом будет слово опора? — αντιρρίμι как с (ново)греческого переводится слово αντιρρίμι? — подпорка, опора — κορνιζώνω — συναδελφικότητα — ανακεφαλαίωση — γαιόχωση — υπερυπουργείο — χαώδης — μουχρωπός — ενοικιάστρια — φλοίδα — νοσφίζομαι — εκφορά — εντάμωση — μπλοκέρνω — εσοδεύω — χαλύβωση — μελαγχολικά — οργανισμός — κοταμεσήμερο — αυλητρίς — μπαρουτίλα — πτηνοτροφία |
|||