|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πυκνότης? — — βατσινάρω — βουλευτής — νηστήσιμος — ναρκωτικό — αναπαραγωγή — δωδεκάδα — ουρλιαχτό — πνευματικά — βιβλιοφιλία — καρδιά — ποικιλωδία — επτάμηνον — σπυριάρικος — εξη — καθούμενος — αναξιοπαθής — Πέραμα — καλάθι — αχτινογράφημα — θριαμβεύω — αλαφροπιάνω |
|||