Новогреческий словарь
πολυσαρκία
πολυσαρκία
η
полнота, тучность
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
полнота
? —
πολυσαρκία
как на
(ново)греческом
будет слово
тучность
? —
πολυσαρκία
как с
(ново)греческого
переводится слово
πολυσαρκία
? — полнота, тучность
#
(ново)греческий словарь
—
αμελέτητο
—
πεντάμηνος
—
μυστικοπάθεια
—
υπνοφοβία
—
πάροικος
—
απόνετος
—
αιμαθίδρωση
—
λεπτόδερμος
—
καταιονητήρας
—
αρλουμπατζής
—
αρωγός
—
θυρόφυλλο
—
πολικότητα
—
λιγοτεκνία
—
αποστόμωμα
—
ξεχειλωμένος
—
Θεσσαλονικιά
—
παλαιικός
—
πολυφωνία
—
γλυκαντζούρι
—
πνευματιστικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве