Новогреческий словарь
κλαυθμών
κλαυθμών
(-ώνος)
ад
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ад
? —
κλαυθμών
как с
(ново)греческого
переводится слово
κλαυθμών
? — ад
#
(ново)греческий словарь
—
δώδεκα
—
βυζάκι
—
μοσχοσάπουνο
—
τουμπέρνω
—
λάντσα
—
σιγόντο
—
αγρίλλιαστος
—
σαμποτάρω
—
ανθρωποσωστικά
—
όσφρηση
—
χαράττω
—
τσάκα
—
μεγάθυμος
—
ποδοβόλημα
—
ιπποδρομικός
—
δισεκατομμυριούχος
—
υφαίρεση
—
εύσωμος
—
ανισόπλευρος
—
μαγιολική
—
ορμονικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве