|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово διαχειριστικά? — — οφθαλμικός — χαρούπι — συντηρητικός — νευροπαθής — επιθεωρησιογράφος — ανθυπίλαρχος — πότασσα — νερόχιονο — πτωχοκομείο — πρωτεϊνοθεραπεία — εναρμόνιος — δριμιάζω — υγειά — δραπέτευση — υπομόχλιο — σισύρα — φρύγανο — χειροτέχνιδα — καταθορυβώ — λυρισμός — καθαρογράφος |
|||