Новогреческий словарь
αυτοκαλλιεργούμαι
αυτοκαλλιεργούμαι
обрабатываться самим владельцем
(о земле)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
обрабатываться самим владельцем
? —
αυτοκαλλιεργούμαι
как с
(ново)греческого
переводится слово
αυτοκαλλιεργούμαι
? — обрабатываться самим владельцем
#
(ново)греческий словарь
—
καλοταΐζω
—
ποταπότητα
—
εκβιβασμός
—
νεραϊδογέννητος
—
ξαναφεύγω
—
ματοκόβω
—
βρόμικα
—
ανθοδεσία
—
ταχύσκαπτο
—
μετατοπισμένος
—
Καναδός
—
σφήνωση
—
αεροηλιοθεραπεία
—
τυχαίο
—
αεριοποιώ
—
κτηνασφάλεια
—
αυγίλα
—
μονοκάταρτος
—
μερίζω
—
εκχυτήρ
—
ανακηρτώνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве