|
ο бот. гелиотропизм #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гелиотропизм? — ηλιοτροπισμός как с (ново)греческого переводится слово ηλιοτροπισμός? — гелиотропизм — γινατσής — κισσός — επίδοση — habit — διά — ζωοπανήγυρη — ύσκα — δείλι — μνημειώδης — ανέγγυος — Βενετσιάνα — αερόμετρο — παράδεισος — πρατηριούχος — ολοτελώς — εξεύρεση — αντίμεμα — σηπτικός — γραιγουλίζει — πιτζαμούλα — λογαριάζω |
|||