Новогреческий словарь
ειωθ|ός
ειωθ|ός
(-ότος) τό :
κατά τά ~ότα — как обычно; как принято
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ειωθ|ός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
συνομοσπονδία
—
εξαμηνίτης
—
ταρτουφισμός
—
αμφιλογία
—
αμπώνω
—
πορνεύω
—
σφυρήλατος
—
ανεξερεύνητος
—
καμηλιέρης
—
απεργασία
—
άλτ!
—
εκτροχιάζομαι
—
ανάσχεση
—
κτίστης
—
άθεη
—
επιπολαιότητα
—
Αργεντινέζος
—
καταπληγώνω
—
αρχιτεχνίτης
—
προσκτώμαι
—
αχνένιος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве