|
το «кумкан» (вид карттной игры) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кумкан? — κουμκάν как с (ново)греческого переводится слово κουμκάν? — кумкан — καταριέμαι — κηρίον — φωνήεν — μπιζού — εκτοβάτ — κοσμητική — λαδώνομαι — ποδηγέτης — διάργυρος — χαλκοπλάστης — αισθηματικώς — κροκίδι — ελκύω — χουμικός — κληρονόμος — μέστωμα — λυπημένος — γνοιάζει — γρετής — ορυκτέλαιο — δηκτικότητα |
|||