Новогреческий словарь
ναρκαλιευτικό
ναρκαλιευτικό
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ναρκαλιευτικό
? —
#
(ново)греческий словарь
—
διανάπαυση
—
βυζορρώγι
—
μετεωρικός
—
δεκατέσσαρες
—
Αυστρία
—
πλατύσωμος
—
προσήλιο
—
προαίρεση
—
μπιζουτιέρα
—
θειαφόφεγγος
—
απογραφέας
—
ανεμαλαγιά
—
μπόρα
—
κατεβαίνω
—
αλειτούργητος
—
αναγωγέας
—
αρκουδιάρικος
—
βουΐζω
—
ζορμπαλής
—
αεροβάτης
—
λεύτερος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве