Новогреческий словарь
σόττος
σόττ|ος
ο :
ήρθα ~ — [phrase]мне повезло[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
σόττος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αρχηγώ
—
μογγολικά
—
γαλλικός
—
αγριελιά
—
γκέττα
—
μπλέκω
—
δυσήνιος
—
αργόβαδος
—
θελξικάρδιος
—
εκδοτέος
—
ακυριολεκτώ
—
σωστός
—
αριολόγι
—
ασμίκρυντος
—
μηλοπόλεμος
—
διατηρούμαι
—
τυπολάτρης
—
λευκοσίδηρος
—
ορεογραφία
—
ξετυλιγμένος
—
ανάθρεμμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве