Новогреческий словарь
θεωρείο
θεωρείο
το
ложа
(в театре, в парламенте)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
ложа
? —
θεωρείο
как с
(ново)греческого
переводится слово
θεωρείο
? — ложа
#
(ново)греческий словарь
—
εξαίρω
—
χταποδοσαλάτα
—
πρωτόγραφο
—
απερδούκλωτος
—
νεογιλός
—
πορφυρίζω
—
λεύχειμο
—
μονολεκτικά
—
μπαστάρδικος
—
απόλυτα
—
φτηνοδουλειά
—
μορφονιός
—
αυτοβιογραφικός
—
επιτύμβιο
—
ηπατορραγία
—
πλαγιοβάδισμα
—
μοιραστνκός
—
νιόπαντρος
—
επτάρι
—
αράζω
—
αρζαντό
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве