|
(-ώνος) ο нейрон #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово нейрон? — νευρών как с (ново)греческого переводится слово νευρών? — нейрон — σταματώ — υποστυλωτικός — αστροφωτομετρία — χάνος — θησαυροφύλακας — εκάστοτε — γάβανο — πικροδάφνη — κοτάς — καλοκάμωτος — διέπω — αρτύζω — κατουρλόκαιρος — σοβαρεύομαι — καλώ — βουλκανιζατέρ — χνούς — αποστάτρια — τζαμπατζίδισσα — ολάκριβος — υποφέρνω |
|||