Новогреческий словарь
σωματοφυλακή
σωματοφυλακή
η
личная охрана
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
личная охрана
? —
σωματοφυλακή
как с
(ново)греческого
переводится слово
σωματοφυλακή
? — личная охрана
#
(ново)греческий словарь
—
πρωτινός
—
εξέστην
—
ποιμαντικός
—
ανατριχίλα
—
τσόγλανος
—
περιρράπτω
—
ξεναγώ
—
οινόφλυξ
—
χοιρινός
—
προσμειδιώ
—
καλοσύνη
—
υφαντής
—
που
—
παλαμιά
—
λειτουργώ
—
δογκιχωτισμός
—
έμπορος
—
αναριγώ
—
βυτιοποιείον
—
θερμαντικό
—
ανεξασθένιστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве