|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αποδειχθείς? — — στεατίτης — βοητό — χανάτο — αγέμιστος — αγεροκόμητος — υλοζωιστής — τύμβος — φώλι — σταχωτής — φιλινάδα — ορκοδοτικός — κερά — ψίλωση — διπλοεγγεγραμμένος — γλέπω — χότζας — επιδείνωση — σπαυδαιοφανής — κιγκλίς — γυναίκειος — σύθεμα |
|||