|
η сизоворонка (птица) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сизоворонка? — χρυσοκουρούνα как с (ново)греческого переводится слово χρυσοκουρούνα? — сизоворонка — βδελυρός — νομοδιδάσκαλος — πόχα — ειδησεολογία — πολιτικός — ραδιοτηλεφωνικός — υπαλληλικός — καταδρομικό — αδιάσπαστος — ξέπλεκος — ανουρία — λεφτοκαριά — παραθερίστρια — εξάκτινος — στραγγούλα — χουγιάζω — γαλιάνδρα — ξαγναντεύω — παρεμβατικός — αμπογιάντιστος — τσάϊ |
|||