|
η миндальное дерево #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово миндальное дерево? — αμυγδαλέο как с (ново)греческого переводится слово αμυγδαλέο? — миндальное дерево — εναλλάσσω — κόλλαβος — βραδυκαρδία — διαγνωστικός — γονεωνυμικά — αποκάμνω — πολύκαρπος — αναριπώ — κουλάκικος — φονεύς — αδρανοποιώ — ομηρικός — πετρίτης — δίγνωμος — συχνουρία — καλοφτιασμένος — ελλιπές — ξορίζομαι — βλαπτικός — ξεσκουντώ — περιηγήτρια |
|||