|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ταχύπλοος? — — ξαγορασμός — βραχυκύκλωμα — αιμοπτυσία — ξεθεμέλιωμα — κηπευτικό — πεπονάκι — ονοματικός — μούργος — τρελός — ξυλόσπιτο — αβλέπτημα — αποφώλιος — ενσταυλίζω — πλειστηριασμός — περιχύνω — εξώπετσα — αυτολίπαντος — λάβδανο — διαρρηκτικός — ευκινητότητα — πολλαπλασιασμός |
|||