|
το наволочка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово наволочка? — κλίφι как с (ново)греческого переводится слово κλίφι? — наволочка — πλανητικός — γλυκοκοιτώ — ορκοδοτώ — αχάλαγος — αζωία — αφήλιο — φωτοχρωμοτυπογραφία — σκιάς — παραθετικά — ευφορικός — χιρσφελδία — αλυσόκλειστος — διέρρηξα — ικετικός — υπερδιήθηση — ακεντρος — τρενάρω — ιερογλυφικό — κηροειδής — τετράπαχος — διπλασίαση |
|||