|
запыхавшийся #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово запыхавшийся? — λαχανιαστός как с (ново)греческого переводится слово λαχανιαστός? — запыхавшийся — όμως — μύραινα — ξερόκλαδο — ξαγόρεμα — καράολος — ξεκατσιάζω — πεντηκονταετής — μισοχρονής — φίλεμα — σαχλαμαράκιας — κρεατάκια — πριτσινάρω — ξεναγία — βαττολογία — αναδείχνομαι — νομισματικός — πολιτογραφούμαι — σκύλευση — υπόδικος — τορπιλλάκατος — φλοίδα |
|||