Новогреческий словарь
ντετερμινιστικός
ντετερμινιστικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ντετερμινιστικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ός
—
γωνίδι
—
κρανιομετρικός
—
ατύφλωτος
—
ανεξέλικτος
—
ιαγουάρος
—
ευχετικός
—
υπόδικος
—
περισκάπτω
—
μετρητής
—
μουντζουρωμένος
—
διαγουμισμένος
—
ξυλουργείο
—
αδικοβγάνω
—
ενοικίζω
—
βάθεμα
—
φραγκοδίφραγκα
—
αγουρίλα
—
ανιχνεύω
—
διογογγύζω
—
χαιρέτισμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве