Новогреческий словарь
δίκροτον
δίκροτον
το ист.
двухпалубное (парусное) судно
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
двухпалубное судно
? —
δίκροτον
как с
(ново)греческого
переводится слово
δίκροτον
? — двухпалубное судно
#
(ново)греческий словарь
—
χηνοτροφία
—
όχθρητα
—
αμφιβληστροειδής
—
τετράγλωσσος
—
κυματόμετρο
—
φουκαριάρικος
—
θειωτήρας
—
πειθαρχικά
—
προτρέχω
—
βροχόπιασμα
—
στιγμιότυπο
—
συμπλεκτικός
—
αρτοπώλης
—
ξεμπλέκω
—
βλεννορραγία
—
σταλαχτός
—
στρουθίον
—
αμεσουράνητος
—
μεσσήνα
—
διεστραμμένος
—
τυποτηλεγραφία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве